Τα Τριεστίνικα καράβια στα Κύθηρα
Κατά το 19ο αι. και μέχρι την περίοδο του Μεσοπολέμου, τα Κύθηρα είχαν σύνδεση με την Τεργέστη (Τριέστι) το περίφημο Ιταλικό λιμάνι στο μυχό της Αδριατικής. Την εποχή εκείνη η Τεργέστη, η αρχόντισσα της Αδριατικής, ανήκε στην Αυστροουγγαρία και εκεί είχαν την έδρα τους μεγάλες ασφάλειες και ατμοπλοϊκές εταιρείες. Μια απ’ αυτές ήταν η Λόυδ Τριεστίνο, τα καράβια της οποίας διέπλεαν την Αδριατική, το Ιόνιο και το Αιγαίο και συνέδεαν τα Κύθηρα με την Τεργέστη, τα νησιά του Ιονίου και τη Σμύρνη.
Το 1835 είναι εγκατεστημένος στα Κύθηρα ο Άγγελος Καβαλλίνι από τη Γένοβα, ο οποίος πρακτορεύει τα Αυστριακά καράβια και συγχρόνως είναι υποπρόξενος της Αυστροουγγαρίας στα Κύθηρα. Ο Καβαλλίνι ρίζωσε στο νησί, δημιούργησε οικογένεια Κυθηραϊκή, η οποία ανέδειξε 3 γενιές πρακτόρων. Τα καράβια που πρακτόρευαν, που έμειναν στην ιστορία ως Αυστριακά, ή Τριεστίνικα, ήταν φορτηγοποστάλια, τα οποία προσεγγίζανε κάθε 15 ημέρες στο Καψάλι, ή στον Αυλαίμονα, προερχόμενα από την Τεργέστη, μεταφέροντας εμπορεύματα και επιβάτες. Στο Καψάλι που ήταν κόμβος μεταξύ Σμύρνης, Τεργέστης, Πελοποννήσου, Κρήτης, τα Αυστριακά αγκυροβολούσαν έξω από το φανάρι και πήγαιναν μεγάλες μαούνες των Καβαλλίνηδων, που τις έλεγαν «πάσαρες» για να μεταφέρουν τα εμπορεύματα στο μώλο.
Την εποχή εκείνη το Καψάλι είχε Τελωνείο Α’ βαθμού, με 10 τελωνοφύλακες, με σπουδαίες τελωνειακές εγκαταστάσεις, όπου καταγράφονταν τα εμπορεύματα από το εξωτερικό και εκτελωνίζονταν. Η Ελλάδα τότε έκανε εισαγωγές όλων των χρησίμων ειδών (δέρματα, υφάσματα, ζάχαρη, καφέ, ξυλεία, έπιπλα, καμπάνες κ.α.)
Μεγάλη φήμη είχε η Τριεστίνικη ξυλεία, που ήταν πολύ ανθεκτική. Μεγάλες αποθήκες για τα εμπορεύματα στο Καψάλι διέθεταν οι έμποροι της εποχής, όπως ο Βαρβαρήγος, ο Μανάκος, ο Συμεών Μασσέλος, ο Μανούσος Νικηφοράκης, ο Εμμ. Καλλίγερος. Από εκεί τα εμπορεύματα μεταφέρονταν με σούστες στους εμπόρους στη Χώρα, οι οποίοι τα διοχέτευαν στα Χωριά των Κυθήρων. Την άφιξη του βαποριού στο Καψάλι κάθε φορά ανήγγελλε κάποιος από την κορυφή της Βαρδιόλας, την ημέρα με μια σημαία, τη νύχτα με φως. Με τα Τριεστίνικα καράβια τα Κύθηρα είχαν σύνδεση με την Τεργέστη, με την Κέρκυρα, τη Ζάκυνθο, τη Σύρο, τη Σμύρνη κ.α. και αυτή η σύνδεση τόνωνε πολύ οικονομικά και πολιτιστικά τα Κύθηρα. Από τα Κύθηρα το καράβι έπαιρνε απ’ όλα τα εκλεκτά προϊόντα του νησιού, αμύγδαλο, λάδι, μέλι, μέχρι εκατοντάδες ορτύκια ζωντανά, που τα έπιαναν κυνηγοί αποχάδες, μέχρι μυρτιές για τη γιορτή της Μυρτιδιώτισσας στην ανθούσα Κυθηραϊκή παροικία της Σμύρνης. Ο τελευταίος πράκτορας των Τριεστίνικων καραβιών ήταν ο σεβάσμιος Άγγελος Καβαλλίνης, αδελφός ετεροθαλής του διάσημου συγγραφέα Λευκαδίου Χέρν. Η οικογένεια διέθετε μεγαλόπρεπα σπίτια στο Καψάλι και στον Αυλαίμονα.
Ακόμα μέχρι σήμερα έχει μείνει η φράση από την εποχή εκείνη, την οποία έλεγε ο Ιταλός καπετάνιος του καραβιού στον πράκτορα Καβαλλίνι “ultimo viaggio siniore Kavallini”.
Υπήρχαν υποδομές συμπληρωματικές για την υποστήριξη των πλοίων αυτών. Για παράδειγμα υπήρχε ανθρακαποθήκη στο Καψάλι, ενώ στην Σκάδεια-Παλαιόπολη η ανθράκευση γινόταν με ξύλινη κατασκευή που προεκτεινόταν πάνω από βράχο, και μεταφερόταν με βαγονέτα. Τέλος αρκετό από το κάρβουνο που προμηθευόταν το πλοίο προερχόταν από ντόπια παραγωγή μεταλλεία, που υπήρχαν στην διαδρομή από Κατούνι προς Παλιόπολη. Ο γαιάνθρακας αυτός όμως ήταν δεύτερης ποιότητας.