Μποξάδες Τσιριγώτικοι
Τον παλιό καιρό το γυναικείο παλτό ήταν για τις πρωτευουσιάνες. Οι χωρικές γυναίκες στα Κύθηρα είχαν το μποξά τους και τη μάλια τους, απαραίτητο συμπλήρωμα της παραδοσιακής φορεσιάς στην εποχή του σπαλέτου. Ο μποξάς και η μάλια, που φυλάσσονται σήμερα στα Τσιριγώτικα σπίτια με περισσή φροντίδα και σεβασμό στα μπαούλα των γιαγιάδων μας, είναι από μαλλί προβάτου ανάφαλο (ξασμένο) πλεγμένο με το βελονάκι. Υπάρχουν υπέροχα κομμάτια ηλικίας 150 ετών και πλέον. Ο μποξάς ήταν 4γωνος και τον έριχναν στην πλάτη διπλωμένο τριγωνικά, ενώ η μάλια ήταν μακρόστενη και τη φορούσαν στο κεφάλι ή στο λαιμό.
Για να γίνουν αυτά τα μικρά έργα τέχνης με πολύ κόπο από τα αεικίνητα χέρια των γυναικών της εποχής, χρειαζόταν η εξής διαδικασία. Πρώτα πρώτα έπρεπε να κουρέψουν τα πρόβατα. Η ποσότητα του μαλιού ενός προβάτου λεγόταν μποκάρι. Στη συνέχεια τα μποκάρια έπρεπε να πλυθούν σε ορισμένη θερμοκρασία. Το πλύσιμο ήθελε μεγάλη προσοχή, διότι εάν το νερό ήταν ζεματιστό, τα μαλλιά δεν ξένονταν κι έτσι αχρηστεύονταν. Όταν τα πλυμένα μποκάρια στέγνωναν, άρχιζε τα ξάσιμο με τα χειρόχτενα. Το ξασμένο μαλλί λεγόταν ανάφαλο και το εκλεκτότερο μέρος του ξασμένου μαλλιού, το πιο φίνο, ο αφρός, λεγόταν σουρμία. Κατόπιν το ξασμένο μαλλί με τη ρόκα και το αδράχτι γινόταν νήμα και το νήμα γινόταν κουβάρι και το χρησιμοποιούσαν στο βελονάκι ή στον αργαλειό για να πλέξουν ή να υφάνουν τα πιο ζεστά ρούχα και κλινοσκεπάσματα της οικογένειας. Η μάλια συνήθως γινόταν από σουρμία, ενώ ο μποξάς γινόταν από ανάφαλο μαλλί όχι τόσο φίνο. Τις κρύες χειμωνιάτικες νύχτες οι γυναίκες «μποξαδοδιπλώνονταν» για να πάνε στην αποσπερίδα. Υπήρχαν και μικρά μποξαδάκια που τύλιγαν τα παιδιά για να πάνε σχολείο.
(Αφιερωμένο στη Γρηγορία Βενέρη-Χάρου που φύλαξε με σεβασμό το μόχθο των προπρογιαγιάδων της και στην Ελένη Λουράντου Καραμπίνη που φωτογραφήθηκε μποξαδοδιπλωμένη)