Από τα Κυθηραϊκά αινίγματα, καθαρογλωσσήματα και αινιγματικά παραμύθια

Τα παλιά χρόνια που επικοινωνούσαν καλύτερα οι άνθρωποι, η πιο συνηθισμένη εκδήλωση της κοινωνικής ζωής ήταν η αποσπερίδα.

Οι χωριανοί μαζεύονταν τα καλοκαίρια στο ύπαιθρο και το χειμώνα σε σπίτια, κοντά στο τζάκι και έλεγαν τα νέα της ημέρας, έλεγαν παλιές ιστορίες, αινίγματα, καθαρογλωσσήματα, παραμύθια κ.α.

Σταχυολογώ μερικά από τη συλλογή του αείμνηστου Κυθήριου Γυμνασιάρχη Σπύρου Στάθη, όπως τα κατέγραψε από παλιούς Τσιριγώτες και Τσιριγώτισσες:

Κυθηραϊκά αινίγματα

Κούτσουπα έχει, βούιδι δεν είναι, σομάρι φορεί, όνος δεν είναι, γράμματα γράφει γραμματικός δεν είναι. Τι είναι; (ο μπόμπολας, το σαλιγκάρι)

Πααίνει ο μακρουτζάντζαρος του χάσκα ένα κανίσκι. Τι είναι; (Το φτυάρι του φούρνου, που σπρώχνει το καρβέλι το ψωμί μέσα στο φούρνο)

Πετεινός αναβρακάτος και κοκκινομουστακάτος, τρέχει όρη και βουνά κι όπου βρει νερό ψοφά. Τι είναι; ( η φωτία)

Σε κήπο δε φυτεύεται σε περιβόλι όχι, κι ο βασιλιάς το γεύεται κι όλος ο κόσμος το ‘χει. Τι είναι; (το αλάτι)

Σκύβω, κόφτω το δεντρό, βρέσκω νύφη και γαμπρό, πεθερά και πεθερό. Τι είναι; (το καρύδι)

Τριγύρω γύρω κάγκελα και μέσα παίζει ο φράγκος. Τι είναι; ( η γλώσσα)

Την ημέρα μπούκα μπούκα και τη νύχτα χάσκα χάσκα. Τι είναι; (το παπούτσι)

Τρικέφαλος, δεκάποδος, πενήντα δυό νυχάτος. Τι είναι; ( Το ζοβγάρι, δηλ. ο ζευγάς και τα δύο ζώα του ζευγολατίου)

Η μάννα μου η τρουλουλού, μ’ έστειλε για νερό κι απαντώ ένα θεριό, τρομερό και φοβερό, είχε 5 κεφαλές, 4 αναπνοές, χέρια πόδια 20, νύχια 100. Τι είναι; ( το λείψανο που κρατούν 4)

Μηδί μηδίν εφύτεψα, μηδί μηδίν εβγήκε, κι απάνω στο μηδί μηδίν χρυσό κομπίν εβγήκε. Τι είναι; (Το λινάρι)

Αναχασκίζει ο μαλλιαρός και μπαίνει ο θυμωμένος. Τι είναι; (ο μούστος που ρίχνουν μέσα στο ασκί)

Ροστελίν κε βάι μπόσκο, ροστελίν κε τόρνα τόστο, ροστελίν κε πόρτα φάντε, μα νο σο περό κουάντε. Τι είναι; ( το χτένι)

Καθαρογλώσσημα

Μία ζούλα δίβεργη, διβιγοπυργοκέρατη, κάνει ρίφια δίβεργα Διβιργοπυργοκέρατα

Αινιγματικό παραμύθι

Κάποτε ένας ήταν παντρεμένος με μια κοπέλα και αναγκάστηκε να ξενιτευθεί. Έλειπε πολλά χρόνια και ο πατέρας του παντρεύτηκε τη νύφη του, με την οποία έκανε ένα παιδί. Όταν επέστρεψε ο ξενιτεμένος, συνάντησε το παιδί και του είπε « αδελφέ, ‘πο έναν πατέρα, και υιέ της γυναικός μου, σύρε πες το του πατρός σου, ότι ήρθεν ο υιός του, ο ανήρ της γυναικός του.

 

Διαβάστε επίσης...
Αφήστε μια απάντηση