Τα κοινά χαρακτηριστικά του Κερκυραϊκού και του Κυθηραϊκού γλωσσικού ιδιώματος είναι πρώτα πρώτα ο μεγάλος αριθμός δανείων από την Ιταλική γλώσσα, λόγω της μακρόχρονης ενετικής κατοχής.
Οι τύποι του άρθρου, τση μάνας, τσι μέρες, τσι κότες. Η γενική πληθυντικού και η αιτιατική ενικού σχηματίζονται σε –ονε π.χ. τουν ανθρώπωνε, τουν παιδιώνε, ποίονε.
Το 3ο πληθυντικό των ρημάτων με κατάληξη –νε π.x. γράφουνε, τρώγανε, παίζουνε. Η συλλαβική αύξηση στους ιστορικούς χρόνους, εβαρέθηκα, εκοιμάτανε, επήγαμε. Η κατάληξη –ιομαι, τραβιόμαι, κουβαλιόμαι, κρατιόμαι.
Εκτός από αυτά τα μορφολογικά χαρακτηριστικά, υπάρχουν και κοινές λέξεις όπως:
Αγιούτο=βοήθεια
Αλαμπρατσέτα=πιασμένοι αγκαζέ
Αμπονώρα=ενωρίς
Απολιώρα=προ ολίγου
Αριβάρω=φτάνω
Αγκώνω=μπουκώνω
Βιάτζο=διαδρομή
Γαλίφης=κόλακας
Γρέτζος=με ανώμαλη επιφάνεια
Δεσπετικά=πείσματα
Ζμπρέει= έχει ζημιά
Ινπούντο=ακριβώς
Ινκάντο=δημοπρασία
Κάζο=συμβάν
Καβαλίνα =κοπριά
Καδενάτσος=σιδερένιος σύρτης
Καλοπέσουλος=καλόβολος
Κοντραστάρω=εναντιώνομαι
Λάσκο=χαλαρό
Λάτα=τενεκές
Λαμπάντε=διαυγής
Μόμολο=ασχημομούρης
Μπουκούνι=κομμάτι ψωμί
Νερομπλούτσι=άνοστο φαγητό
Παρτσινέβελος=αδελφικός
Περατζάδα=βόλτα
Πεπανός=δύστροπος στο φαγητό
Προσαπόκου=περίπου
Πόντα=κρυολόγημα
Πρεμούρα=βιασύνη
Ρεγάλο=δώρο
Ρετσέτα=ιατρική συνταγή, σημείωμα
Σκάρσο=λιποβαρές
Σκουράντζος=παστός μπακαλιάρος
Τάλε κουάλε=ίδιο
Τζιριτζάντζολες=καμώματα
Τσαπόνι=κασμάς
Τσιριμόνιες=φιλοφρονήσεις
Φαλιμέντο=χρεωκοπία
Φάουσα=καρκίνωμα