Από μια διαθήκη του 1818 στο Τοπικό Αρχείο Κυθήρων αντλούμε πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία. Από ό,τι συμπεραίνομε από το περιεχόμενό της, ο διαθέτης ονόματι Ιωσήφ Ιβάνοβικ βρέθηκε στα Κύθηρα, άγνωστο κάτω από ποιες συνθήκες, περί το 1800, όπου φαίνεται ότι παντρεύτηκε την Κυθηρία Σοφούλα, θυγατέρα του Γεωργίου Πετρόχειλου, με την οποία απέκτησε 3 παιδιά, το Νικόλαο, τη Μαρία και τη Φωτεινή. Το Σεπτέμβριο του 1818 κάλεσε στο σπίτι του στη Χώρα το νοτάριο Ιωάννη Λαστιώτη για να συντάξει τη διαθήκη του, από την οποία μαθαίνομε τα εξής. Ο Ιβάνοβικ ήρθε στα Κύθηρα από το Σιμπίνι της Βλαχίας, μια γραφικότατη μεσαιωνική, ιστορική πόλη της σημερινής Ρουμανίας, σημαντικό πολιτιστικό κέντρο. Το Σιμπίνι τότε ήταν Γερμανική πόλη και δημιουργήθηκε από Γερμανούς εποίκους στην Τρανσυλβανία. Το 18ο αι. ήταν πρωτεύουσα του πριγκιπάτου της Τρανσυλβανίας. Κατόπιν έγινε μέρος της Αυστριακής αυτοκρατορίας. Σήμερα το Σιμπίνι ανήκει στη Ρουμανία.
Ο Ιβάνοβικ, φαίνεται από τη διαθήκη του, διέθετε μεγάλη κινητή και ακίνητη περιουσία στο Σιμπίνι, κατάλοιπα φεουδαρχίας, την οποία διαχειριζόταν ο αδελφός του, ονόματι Γεώργιος, « ὁ ὁποίος κρατῆ ἑκατόν ἑξήντα χωριά εἰς την Βλαχίαν, ἀπό τά ὁποῖα εἶναι τά ἐμισά ἐδικά του….» Αναθέτει λοιπόν στη γυναίκα του μετά το θάνατό του να πάει στο Σιμπίνι να διεκδικήσει το μερίδιό του και αν τυχόν ο αδελφός του της ζητήσει 15.000 γρόσια, τότε και εκείνη να του ζητήσει τα εισοδήματα 15 χρόνων που αυτός απουσιάζει και δεν έλαβε τίποτα από το μερίδιό του. Τα χαρτιά και τα αποδεικτικά στοιχεία που φαίνονται τα δικαιώματά του σ’ αυτή την περιουσία τα κρατεί ο πρίγκιπας της Βλαχίας Μπράνκοβικ, από τον οποίο μπορεί να τα ζητήσει η γυναίκα του. Ακόμα γράφει στη διαθήκη του ότι σε ένα μοναστήρι της Βλαχίας, ονόματι Σαραντάρι έχει παραδώσει ένα σεντούκι σφραγισμένο στα χέρια του ηγουμένου παπά Νικήτα με ένα ασημένιο λεγένι με το μπιρίκι του, 10 πιάτα ασημένια, δύο ντουζίνες ποσάδες ασημένιες, ένα καντήλι ασημένιο βάρους 3 οκάδων, δύο εικονίσματα ασημένια και 10 πήχες ύφασμα βαρύτιμο. Επίσης ένα δικό του ιδιόκτητο μοναστήρι στο Σιμπίνι, του αγίου Νικολάου, το αφήνει με όλα του τα περιουσιακά στοιχεία σε έναν ιερέα. Στις δύο Ελληνικές εκκλησίες στο Σιμπίνι, στον άγιο Κωσταντίνο και στον άγιο Αντώνιο αφήνει ένα μεγάλο εικόνισμα ασημένιο, ένα πολυέλαιο ασημένιο και ένα σταυρό μαλαματένιο. Αφήνει στόν ορθόδοξο αρχιερέα στο Σιμπίνι μία αρχιερατική στολή από στόφα. Ακόμα αναθέτει στη γυναίκα του να διεκδικήσει το μερίδιό του από 4 σπίτια στο Σιμπίνι και από την κινητή περιουσία της μητέρας του και αν τυχόν ο αδελφός του προσπαθήσει να αποκρύψει αυτά που του ανήκουν «..να ἠμπορεῖ ἡ αὐτή του γυνή να βάνη ἕναν ἀφορισμό διά νά μαρτυρήσουν την ἀλήθειαν….»
Ο Ιβάνοβικ ζητεί να ενταφιασθεί στον Παντοκράτορα του Κάστρου, στον οποίο αφήνει ένα σαρανταλείτουργο, όπως και στη Μυρτιδιώτισσα του Κάστρου και σε άλλες εκκλησίες της Χώρας. Στο ληξιαρχικό βιβλίο του Παντοκράτορα διαβάζομε « 1818, 29 Ὀχτοβρίου, Τζερίγο, ε.π. Ἑπέρασε ἀπό ἐτούτην εἰς την ἄλλην ζωήν ο Ἰωσήφ Ιανοβήκης ποτέ Ἰωάννου και ένταφίασα αὐτόν εἰς τον ναῶν τοῦ Παντοκράτορος Χριστοῦ εἰς τό Κάστρον και ὁ Θεός νά τον ἀναπαύση εἰς τάς αἰωνίους μονᾶς.»
ΠΗΓΗ: Τοπικό Αρχείο Κυθήρων. Λυτές διαθήκες. Νοτάριος Ιωάννης Λαστιώτης.
Ληξιαρχικό Αρχείο Ενοριών. Ενορία Παντοκράτορος Χριστού εις το Κάστρο.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ