Έχομε γράψει πολλές φορές ότι το «Ταξίδι στα Κύθηρα» η αναζήτηση ενός μαγικού και μυθικού παραδείσου είναι ένα πολύ αγαπημένο και διαδεδομένο θέμα στην Ευρωπαϊκή λογοτεχνία και γενικά πηγή έμπνευσης στην Ευρωπαϊκή τέχνη, ιδίως το 18ο αι., την εποχή του Ροκοκό, και το 19ο αι. με το θρίαμβο του ρομαντισμού. Ο 20ός αι. με τον ξέφρενο παραλογισμό των παγκοσμίων πολέμων μας προσγείωσε οδυνηρά. Το 1944, μόλις έβγαινε η Ελλάδα σιγά σιγά από τη συμφορά του πολέμου για να μπει στη συνέχεια σε άλλες χειρότερες περιπέτειες, το «Ταξίδι στα Κύθηρα» έχασε τη μαγεία του και έγινε πολύ πεζό και επικίνδυνο.
Με την έναρξη του πολέμου σταμάτησαν τα πλοία της γραμμής και η επικοινωνία των Κυθήρων με Πειραιά, Κρήτη και Πελοπόννησο γινόταν με καϊκια 5-6 μέτρων, τα οποία έπαιρναν μέχρι 10 επιβάτες μαζί με τα αμανάτια τους. Πολλές φορές ανάλογα με τον καιρό, για να φτάσει από Πειραιά στα Κύθηρα έκανε 3 ημέρες, με πρώτη προσέγγιση στον Πόρο, δεύτερη στο Γέρακα, κοντά στη Μονεμβασία και κατόπιν στα Κύθηρα. Οι επιβάτες, ντόπιοι το πλείστον, στριμωγμένοι, ταλαιπωρημένοι, θαλασσοβρεγμένοι, φοβισμένοι δεν θύμιζαν σε τίποτα τα ξένοιαστα ζευγάρια του Βαττώ και το Τσιριγώτικο ψαροκάικο, που έκανε τα ριψοκίνδυνα δρομολόγια δεν είχε καμιά σχέση με την ονειρική γαλέρα του θρυλικού πίνακα. Αυτό το ταξίδι, με αυτές τις συνθήκες φαίνεται ότι έκανε ο Κυθήριος ποιητής Νίκος Καρύδης, της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, ιδρυτικό μέλος του Θεάτρου Τέχνης και ιδρυτής των εκδόσεων ΙΚΑΡΟΣ με το Μάριο Πλωρίτη. Πολλά ποιήματά του μελοποιήθηκαν από το Χατζηδάκη και το Σπανό. Ο Καρύδης μας δίδει μια εντελώς διαφορετική εικόνα του ταξιδιού στα Κύθηρα με πολύ γραφικό και ρεαλιστικό τρόπο:
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑ
Πάνω σε μια ψαρόκασα
Σε κάτι καραβόσκοινα
Στις αλυσίδες της άγκυρας
Βρεθήκαμε δίπλα δίπλα
Και μιλήσαμε με τη θάλασσα
Και τ’ άστρα
Ένα παιδί έκλαιγε
Κι ένας σκύλος κοιμόταν δεμένος,
Έν αντρόγυνο έτρωγε κεφτέδες
Ο καπετάνιος νύσταζε,
Αργεί ακόμα το πρώτο λιμάνι.
Πηγαίναμε στο Τσιρίγο
Να μαζέψουμε τις ελιές,
Ταξιδεύαμε κι οι δυό κατάστρωμα
Και βρεθήκαμε δίπλα δίπλα.
Παρακαλούμε πολύ
Να μη γίνουμε πίνακας!
( «Ταξίδι στα Κύθηρα» Λιοπύρι, Ίκαρος, Αθήνα 1944)