Γυναικεία ασπρόρουχα από τσιριγώτικα προικιά του 19ου αιώνα
Τα παλιά μπαούλα και οι νυφικές κασέλες στα Κύθηρα κρύβουν μικρά έργα τέχνης κεντητικής, υφαντικής. Μόχθοι ετών των προγόνων μας, σεβαστά απομεινάρια του παρελθόντος, τότε που τα κορίτσια από 8 ετών εκπαιδεύονταν «στην τέχνην του βελονίου» και ετοίμαζαν σιγά σιγά τα προικιά τους.
Πρώτα πρώτα μάθαιναν να κεντούν το αλφάβητο για να μαρκάρουν τα ασπρόρουχά τους. Ανάμεσα στα ασπρόρουχα ήταν το πουκάμισο, μονοκόμματο κοντό ή μακρύ από κάμποτο, λινό, βαμβακερό, ή μεταξωτό με μανίκια στολισμένα με μπιμπίλα δαντέλα, ή κέντημα με χρυσοκλωστές, όπως και στο λαιμό. Άλλο είδος ασπρόρουχου ήταν το μπουστάκι από δίμιτο συνήθως, που είχε πιετούλες και συγκρατούσε το στήθος. Άλλο είδος ήταν το βρακί από κάμποτο, λινό, χασέ, βαμβακερό, δίμιτο με δέσιμο στη μέση. Το μπατζάκι ήταν σωληνοειδές στολισμένο με μπιμπίλα, ή μαζευόταν κάτω από το γόνατο. Μερικά βρακιά τα έραβαν ανοιχτά από κάτω. Άλλο είδος ήταν η σοττοβέστα, το μισοφόρι, είδος φούστας που δενόταν στη μέση και φούσκωνε το εξωτερικό ένδυμα, άλλοτε ήταν χρωματιστό υφαντό, άλλοτε άσπρο με φαρδιά κεντημένη φάσα, ή με σειρές από δαντέλες. Με τις ανασκουμπωμένες φούστες το μισοφόρι φαινόταν ωραία διακοσμημένο. Αυτά τα μουσειακά πλέον είδη χαρακτηρίζουν μια εποχή και απεικονίζουν τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου
(Ευχαριστώ τον κ. Δημήτρη Λουράντο που δημιούργησε τη λαογραφική συλλογή στα Κύθηρα)